Το
γαμήλιο μπάνιο της νύφης.
Εδώ και το «γαμήλιο
μπάνιο της νύφης της παραμονές του γάμου της. Βλέπεις κάθε στιγμή της ζωής των
κατοίκων του χωριού απ’ τις πιο απλές μέχρι και τις πιο καίριες και σημαντικές
είναι ζυμωμένη με τον τόπο τους. Κάθε πέτρα, κάθε σπιθαμή χώμα έχει κάτι να
μαρτυρήσει, έχει μια ιστορία να πει.
Έτσι και ο
κάθε γάμος είναι άμεσα συνδεδεμένος με τον τόπο τούτο των θερμοπηγών. Απομεσήμερο
λοιπόν Σαββάτου, τότε μόνο τη Κυριακή ξέραμε σαν ημέρα γάμου, κοπέλες και φίλες
της νύφης, αφού μαζεύονταν στο νυφοστολισμένο σπίτι της, την παραλάμβαναν για
να την οδηγήσουν συνοδεία «στα μπάνια», για το νυφιάτικο λουτρό. Στο δρόμο
χαρές και νυφιάτικα τραγούδια. Σημειώνουμε και πάλι πως τα χρόνια εκείνα από τα
σπίτια έλειπε όχι μόνο το μπάνιο μα και το νερό. Τις ανάγκες για νερό
εξυπηρετούσαν κάποιες κοινόχρηστες βρύσες του χωριού.
Η νύφη
καθισμένη σε στολισμένο με λουλούδια άλογο έφτανε «στα μπάνια» κι εκεί «στη
χαβούζα» αφού έπαιρνε θέση στο καθορισμένο για το σκοπό αυτό μέρος, ένα είδος
χτιστού καθίσματος που μοιάζει με θρόνο[1],
λουζόταν με τη βοήθεια των κοριτσιών που ήταν μαζί της. Φυσικά τα τραγούδια και
τα σχετικά γαμήλια πειράγματα έδιναν και έπαιρναν.
Το λουτρό
θα πλήρωνε ο γαμπρός, ο οποίος τώρα περιμένει, με μουσικάντες, τη νύφη και τη
συνοδεία της στην είσοδο του χωριού, από τη μεριά των θερμοπηγών, για να την
παραλάβει μετά το μπάνιο της. Στο σημείο
συνάντησης θα τη ράνει με ροδοπέταλα, θα κεράσει όλο το ασκέρι με γλυκό πιοτό,
«σερμπέτι», θα σκορπίσει από τη χαρά του κέρματα, τα οποία θα μαζέψουν τα
παιδιά και θα συνεχιστούν τα γαμήλια δρώμενα της παραμονής του γάμου με τον
«κνα», τα τραγούδια, τα κεράσματα και όλα τα παρεπόμενα.
Η τελετή του «κνα»
Απ’ το σημείο λοιπόν της
συνάντησης όλης τούτης της γαμήλιας συνοδείας όλοι μαζί, γαμπρός νύφη, κοπέλες
και παλικάρια κινούσαν για την αλάνα –ξέφωτο –όπου ο γαμπρός είχε από
προηγουμένως –απόγευμα Παρασκευής - κουβαλήσει και συγκεντρώσει ξύλα όπου και
θα τελεσθεί η τελετή του «κνα». Σε τούτη τη χαρούμενη ολονύκτια τελετή τη
γεμάτη με τραγούδια, χορό, πειράγματα, υπονοούμενα, «αδιάτρουπα» και τα
παρεπόμενα, όλες οι κοπέλες που έπαιρναν μέρος, με πρώτη –πρώτη τη νύφη, έβαφαν
τα νύχια τους με ένα βαθύ κόκκινο χρώμα, που έφτιαχναν ίδιες από ένα ειδικό φυτό που λεγότανε «κνας» από
όπου πήρε και το όνομά της όλη η τελετή. Γέροι στο χωριό μας λένε πως θυμούνται
τας παιδικά τους χρόνια όταν κάτι τέτοιες μέρες κοίταζαν κρυφά –κρυφά να βάψουν
λίγο τα δάχτυλά τους με αυτό το κόκκινο χρώμα.
Από τούτη την τελετή και
τη χρήση του «κνα» έχει προέλθει και η λέξη «κναδιασμέν» που είναι ένα ψεγάδι για την συντηρητική κοινωνία του
χωριού και δηλώνει τις γυναίκες που χρησιμοποιούν φτιασίδια για τον καλλωπισμό τους
και κατ’ επέκταση είναι ξεδιάντροπες.
Πέρα, όμως από το χορό
και το τραγούδι στην τελετή αυτή το κόκκινο χρώμα του «κνα»έχει και τη
συμβολική του. Ανέκαθεν το κόκκινο είναι χρώμα ζωηρό, χαρούμενο, σύμβολο
γονιμότητας μα και αποτρεπτικό του κακού. Έτσι τέτοιες ώρες, ώρες γάμου, είναι
απαραίτητη η χρήση του για να επιδράσουν θετικά οι ιδιότητες αυτές.
Ο «κνας» χρηστικό υλικό
του τούρκικου γάμου, επέδρασε και μετεδόθη και στους Χριστιανούς. Στο Λισβόρι
το οποίο ως γνωστόν ήτο «χωρίον υπό Χριστιανών και Τούρκων κατοικούμενον»
φυσικά και δεν περιορίστηκε μόνο στους τούρκους κατοίκους του χωριού αλλά η
επίδρασή του ήτανε έντονη και για τους Χριστιανούς.
Τουρκοπούλες λοιπόν την
παραμονή του γάμου των άλειφαν τα χέρια τους με λιωμένο «κνα» τα χέρια τους. Εκεί
μέσα στις παλάμες τους οι συγγενείς τους έβαζαν τα δώρα τους χρυσαφικά και
νομίσματα. Κατόπιν έδεναν τα χέρια της νύφης με τέχνη με σκοινί και από πάνω τα
τύλιγαν με λουρίδες από ύφασμα. Την επόμενη ημέρα, ημέρα του γάμου, έλυναν τα
περιτυλίγματα από τα χέρια της νύφης, τα οποία φάνταζαν σαν δυο κόκκινα
λουλούδια από τα σχέδια που άφηναν πάνω στο δέρμα τους τα σκοινιά και τα υφάσματα.
Λέγεται πως η φυτική
αυτή ουσία ήτανε γνωστή και σε άλλα μέρη όπως μάλιστα στις γυναίκες της
Ανατολής οι οποίες αφού την πολτοποιούσαν την χρησιμοποιούσαν σαν καλλωπιστικό
«φτιασίδι» για το βάψιμο προσώπου, μαλλιών και νυχιών.
Εκεί λοιπόν στο ξέφωτο, τον τόπο της
τελετής του «κνα» άναβαν φωτιά με τα ξύλα που ο γαμπρός είχε συγκεντρώσει και
όλοι μαζί γύρω από τη φωτιά, χόρευαν και τραγουδούσαν.
Εδώ οι ώρες τούτες είναι
και ώρες ευκαιρίες για τους νέους να διαλέξουν το ταίρι τους, να δουν τον αγαπητικό ή την αγαπητικιά τους
και να χορέψουν μαζί αφού ελάχιστες ήταν οι ευκαιρίες της τότε κοινωνίας για
τέτοιες στιγμές. Και εικά για τις κοπέλες που έπρεπε να είναι «άβγαλτες»,
«αμύρστα λουλούδια».
Τα τραγούδια που λέγονταν στην τελετή του
«κνα» δεν είναι ακριβώς γαμήλια τραγούδια αλλά περισσότερο ερωτικά και πολλές
φορές σκωπτικά και αυτοσχέδια με πολλά πειράγματα και ερωτικά υπονοούμενα
–«τσατμάδις».
Όταν σε πρωτοείδανε τα μάτια τα δικά μου,
Ήταν το στήθος μου
ανοιχτό και μπήκες στην καρδιά μου.
Ν’ αναστενάξω ήθελα,
φοβούμαι μην ανάψει,
Την φλόγα της καρδούλας
μου και το κορμί μου κάψει.
Κοιμάμαι κι ονειρεύομαι,
πως σε φιλώ στο στόμα,
Ξυπνώ και νιώθω μυρουδιά
στο στόμα μου ακόμα.
Ο έρωτας δεν είν’ ανθός
μαζί του για να παίξεις,
Μον’ είναι βάτος και
κλαδί κι αλοίμονο αν πλέξεις.
Τα δίστιχα αυτά τα
τραγουδούσαν με ένα ιδιαίτερο ρυθμό, ο οποίος συνοδευότανε με τη ρυθμική
ανάκρουση αυτοσχέδιων μουσικών οργάνων - ταψιά, τενεκέδες - και έτσι δημιουργούταν μια ιδιαίτερη
ατμόσφαιρα.
Η τελετουργία αυτή του
«κνα» με την έντονη παρέμβαση της Εκκλησίας σιγά- σιγά ατόνησε και καταργήθηκε.
Με εγκυκλίους τους οι Μητροπόλεις του νησιού, με συστάσεις και απαγορεύσεις
προσπάθησαν να καταδείξουν στους χριστιανούς κατοίκους της επαρχίας των ότι
αυτού του είδους οι τελετουργίες είναι ξένες προς την ορθόδοξη χριστιανική
παράδοση αλλά και ο θόρυβος και οι ακρότητες που δημιουργούνται σε τέτοιες
περιπτώσεις, ήθη που δεν σχετίζονται με την χριστιανική ιδιότητα. Μάλιστα για
να μπορέσουν να αποτρέψουν τέτοιες τελετουργίες έφτασαν στο σημείο να
απαγορεύσουν την τέλεση του μυστηρίου του γάμου σε περιπτώσεις που είχε
προηγηθεί αυτή η τελετή.
(ΣΥΝΕΧΊΖΕΤΑΙ)
[1] Οι Φωτογραφίες των εσωτερικών χώρων των θερμοπηγών Λισβορίου
είναι της Τζέλλης Χατζηδημητρίου από το λεύκωμα «ΤΟ ΑΓΙΟ ΝΕΡΟ».