Στο Μεσότοπο της νοτιοδυτικής Λέσβου, την ιδιαίτερη πατρίδα μου, ανάμεσα στα βραχοσπαρμένα εδάφη λιγοστό είναι το γόνιμο χώμα που δίνει με δυσκολία τροφή σε ανθρώπους και ζωντανά. Η κουζίνα, αντανάκλαση της αγροτικής, φτωχικής κοινωνίας, χαρακτηριζόταν από μια προσπάθεια αυτάρκειας και το ψωμί αποτελούσε τη βάση της καθημερινής διατροφής.
Τα δημητριακά ήταν το επίκεντρο της διατροφής με προεξάρχοντα το σιτάρι και το κριθάρι, τα οποία έδιναν την πρώτη ύλη για το ψωμί που θα έτρεφε την οικογένεια. Φυσικά την προετοιμασία και το ψήσιμο αναλάμβανε η νοικοκυρά. Σχεδόν κάθε σπίτι διέθετε το δικό του ξυλόφουρνο στην άκρη της αυλής. Αλλά και όσα σπίτια δεν είχαν φούρνο, επωφελούνταν όταν φούρνιζε η γειτόνισσα και έψηναν και τα δικά τους ψωμιά μαζί, χωρίς να λείπουν τα φαγητά και τα γλυκά βεβαίως. Τόσος κόπος να ανάψει και να ετοιμαστεί ο φούρνος... έπρεπε να το εκμεταλλευτούν στο μέγιστο.
Το εφτάζυμο είναι ένα είδος ψωμιού λοιπόν και στη ντοπιολαλιά το λέμε 'φτάζ'μο. Παρά την κοινώς λεγόμενη εξήγηση ότι ζυμώνεται εφτά φορές και γι' αυτό ονομάζεται εφτάζυμο, η ετυμολογία στο λεξικό μας εξηγεί ότι η λέξη είναι παραφθορά του "αυτόζυμο", λόγω της μη χρησιμοποίησης προζυμιού ή μαγιάς.
Το εφτάζυμο είναι ένα ελαφρώς γλυκίζον αρτοπαρασκεύασμα με το άρωμα του γλυκάνισου να κυριαρχεί. Το εφτάζυμο τρώγεται και ως έχει, αλλά συνηθέστερα, όταν κρυώσει, κόβεται σε φέτες και διπλοφουρνίζεται, γίνεται δηλαδή παξιμάδι. Λόγω της δυσκολίας παρασκευής του δεν το έφτιαχναν συχνά. Συνήθως το έφτιαχναν μια φορά το χρόνο και κυρίως το φθινόπωρο με το φρέσκο αλεύρι του καλοκαιριού για να σοδειάσουν τα παξιμάδια για το δύσκολο χειμώνα.
Η δυσκολία του εφτάζυμου ψωμιού έγκειται στην προετοιμασία του "προζυμιού" από ρεβίθια, η οποία είναι μια διαδικασία που δεν πετυχαίνει πάντα. Δεν χρησιμοποιείται άλλη διογκωτική ύλη, ούτε μαγιά, ούτε προζύμι, εκτός από το προζύμι που "πιάνεται" με τα ρεβίθια. Είναι βέβαια χρονοβόρο και χρειάζεται υπομονή κι επιμονή! Επίσης, μια που βασιζόμαστε στα ρεβύθια για να φτιάξουμε μαγιά, καλό είναι να σιγουρευτούμε ότι τα ρεβίθια μας θα είναι ¨ζωντανά". Κι αυτό σημαίνει ότι πρέπει να είναι όσο το δυνατό πιο αγνά και χωρίς φάρμακα. Άρα μην πάρετε ό,τι κι ό,τι. Οπωσδήποτε να είναι ελληνικά (διότι τα εισαγόμενα έχουν εμποτιστεί με ζιζανιοκτόνα κι έχουν απονεκρωθεί), κατά προτίμηση βιολογικά ή - αυτό είναι και το ιδανικό - προμηθευτείτε τα κατευθείαν από παραγωγό. Και μια συμβουλή! Τα ρεβίθια που θα χρησιμοποιήσουμε ΔΕΝ τα πλένουμε, γιατί στην επιφάνειά τους βρίσκονται οι μύκητες που θα μας δώσουν το προζύμι.
Α, και σας έχω ένα καταπληκτικό τραγούδι! Ανοίξτε το σύνδεσμο όσο ζυμώνετε το ψωμάκι σας κι ακούστε το, θα σας κάνει καλή παρέα.
Για ένα κομμάτι ψωμί, από τους Κατσιμίχα.
Τη συνταγή αυτή την κάναμε μαζί με τη θεία μου Μυρσίνη Βουδούρη και την ευχαριστώ πολύ για μια ακόμα φορά. Η θεία Μυρσίνη έμαθε την τέχνη του αρτοζυμώματος από τη μητέρα της, τη γιαγιά Αθηνά, η οποία ήταν εξαιρετική στο ζύμωμα του ψωμιού.
μια χούφτα ωμά ρεβίθια
το αλεύρι που χρησιμοποιούμε για ψωμί
(η ποσότητα του αλευριού δεν προκαθορίζεται
γιατί εξαρτάται από το πόσο "προζύμι" θα βγάλει το ρεβίθι)
μυρωδικά:
γλυκάνισο,
2 φύλλα δάφνης
1 κλωνάρι βασιλικό
αλάτι, ζάχαρη, πιπέρι
Αφού φτιάξαμε τη συνταγή, θυμηθήκαμε ότι το κανάτι μας το σκεπάζουμε, όχι με πιάτο αλλά με μια πετσέτα κουζίνας, μάλλον για να αναπνέουν οι μύκητες. Πάντως και με το πιατάκι από πάνω έγινε η δουλειά μας!
Επειδή όλο αυτό παίρνει πολλές ώρες, οι παλιές νοικοκυρές ξεκινούσαν από το προηγούμενο απόγευμα το μούλιασμα των ρεβυθιών, σηκώνονταν τη νύχτα κάθε δυο - τρεις ώρες να ξαφρίσουν και να φτιάξουν το προζύμι, για να είναι σε θέση να φουρνίσουν τα ψωμιά την ημέρα.
Εντωμεταξύ παίρνουμε το αλεύρι με το οποίο θα ζυμώσουμε και ξεκινάμε να το προσθέτουμε στο προζύμι μαζί με το αρωματισμένο μας νερό. Εννοείται ότι σε περίπτωση που τελειώσει το αρωματισμένο νερό και χρειαστεί κι άλλο προσθέτουμε επιπλέον σκέτο νερό, πάντα όμως χλιαρό.
Ζυμώνουμε καλά περίπου για 10 λεπτά. Τελικά πλάθουμε το ζυμάρι μας δίνοντάς του στρογγυλό σχήμα και πασπαλίζοντας ολοτρόγυρα με αλεύρι. Το βάζουμε σε λαδωμένο και αλευρωμένο ταψί. Το αφήνουμε να "ανεβεί", δηλαδή να φουσκώσει και τότε το στολίζουμε με ό,τι θέλουμε στην επιφάνεια. Εμείς βάλαμε γαρύφαλα και αμύγδαλα.
Το ψήνουμε στους 180ο C για μία ώρα κι ένα τέταρτο, ανάλογα το μέγεθος του ψωμιού και την ένταση του φούρνου. Το ξεφουρνίζουμε και το αφήνουμε να κρυώσει πάνω σε σχάρα πριν το κόψουμε.